
Αντίσταση στην ινσουλίνη: πρόληψη και διάγνωση
Γράφει η διατροφολόγος Εβίτα Στόκα
Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι μία κλινική κατάσταση που αποτελεί το πρώιμο στάδιο του σακχαρώδη διαβήτη και που μπορεί να υποβόσκει για χρόνια χωρίς φανερά συμπτώματα. Ο τακτικός, προληπτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για την έγκαιρη διάγνωσή της, ενώ υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες κινδύνου που μπορούν παράλληλα να ληφθούν υπ’ όψιν. Σήμερα θα κάνουμε μια ανασκόπηση σε όσα πρέπει να γνωρίζουμε για τη διάγνωση της αντίστασης στην ινσουλίνη, τους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης και την πρόληψή της.
Διάγνωση
Δεδομένου ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι συχνά μία ασυμπτωματική κατάσταση, κρίνεται απαραίτητο να πραγματοποιείται σωστός προληπτικός έλεγχος ώστε να διαγνωσθεί εγκαίρως, με εφαρμογή μίας ή περισσότερων των παρακάτω 3 μεθόδων.
1. Εξέταση HbA1c
H γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι μία έγκυρη, διαγνωστική μέτρηση που αντικατοπτρίζει τις διακυμάνσεις των επιπέδων σακχάρου τους προηγούμενους 2 – 3 μήνες.
- HbA1c μικρότερη από 5,7: φυσιολογική.
- HbA1c μεταξύ 5,7 και 6,4: ένδειξη για προδιαβήτη/αντίσταση στην ινσουλίνη.
- HbA1C μεγαλύτερη ή ίση από 6,5: διαγνωστική για σακχαρώδη διαβήτη.
2. Εξέταση γλυκόζης αίματος νηστείας.
Η κλασική εξέταση του σακχάρου, δηλαδή των επιπέδων γλυκόζης αίματος, πραγματοποιείται κατόπιν αποχής από φαγητό για τουλάχιστον 8 ώρες, συνήθως το πρωί. Υψηλά επίπεδα σακχάρου νηστείας ίσως απαιτούν επαναληπτική εξέταση μερικές μέρες αργότερα, ώστε να επιβεβαιωθεί η διάγνωση, καθώς ο συγκεκριμένος δείκτης είναι ευμετάβλητος και μπορεί να έχει επηρεαστεί από την πρόσληψη τροφής.
- Σάκχαρο νηστείας μικρότερο από 100 mg/dL: φυσιολογικό.
- Σάκχαρο νηστείας μεταξύ 100 και 125 mg/dL: ένδειξη προδιαβήτη/αντίστασης στην ινσουλίνη.
- Σάκχαρο νηστείας μεταξύ 126 mg/dL: διάγνωση σακχαρώδη διαβήτη.

3. Δοκιμή ανοχής γλυκόζης (καμπύλη σακχάρου).
Η δοκιμή ανοχής στη γλυκόζη είναι μία εξέταση διάρκειας 2 ωρών με μεγάλη αξιοπιστία για τη διάγνωση αντίστασης στην ινσουλίνη και σακχαρώδη διαβήτη. Στη συγκεκριμένη διαδικασία, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα σας καθορίζονται πριν από την έναρξη της εξέτασης, καθώς και 2 ώρες μετά από την χορήγηση ενός προμετρημένου ζαχαρούχου ροφήματος γλυκόζης. Κατόπιν της δεύτερης μέτρησης, η διάγνωση έχει ως εξής:
- Σάκχαρο μικρότερο από 140 mg/dL: φυσιολογικό.
- Σάκχαρο μεταξύ 140 mg/dL και 199 mg/dL: προδιαβήτης/αντίσταση στην ινσουλίνη.
- Σάκχαρο μεγαλύτερο ή ίσο από 200mg/dL: σακχαρώδης διαβήτης.
Παράγοντες κινδύνου
Ο προληπτικός έλεγχος για σακχαρώδη διαβήτη ή προδιαβήτη ξεκινάει πιο εντατικά περίπου στην ηλικία των 40 ετών, μαζί με τις συνήθεις εξετάσεις για τη χοληστερόλη και τους υπόλοιπους δείκτες υγείας. Ορισμένοι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο, ακόμη και σε μικρότερη ηλικία, είναι:
- Κληρονομικότητα (ύπαρξη γονέα ή αδερφού με σακχαρώδη διαβήτη).
- Καθιστικός τρόπος ζωής, χαμηλή φυσική δραστηριότητα.
- Χαμηλά επίπεδα HDL (“καλής” χοληστερόλης) ή/και υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων.
- Υπέρταση (>140/90 mmHg).
- Προηγούμενη εκδήλωση εγκεφαλικού επεισοδίου.
- Μήτερα βρέφους με βάρος γέννησης μεγαλύτερο από 4 κιλά.
- Διάγνωση με σακχαρώδη διαβήτη κύησης σε προηγούμενη εγκυμοσύνη.
Παιδιά και έφηβοι ηλικίας 10 έως 18 ετών μπορεί επίσης να επωφεληθούν από τον προσυμπτωματικό έλεγχο αντίστασης στην ινσουλίνη, ειδικά εάν παρουσιάζουν παχύσαρκο δείκτη μάζας σώματος ή έχουν δύο ή περισσότερους από τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου.

Πρόληψη αντίστασης στην ινσουλίνη
Ο τρόπος ζωής επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο εκδήλωσης αντίστασης στην ινσουλίνη. Μάλιστα, οι παρακάτω συμπεριφορές μπορούν να βοηθήσουν και στην αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη, ακόμη και μετά τη διάγνωση.
- Καθημερινή άθληση ήπιας – μέτριας έντασης, τουλάχιστον 30 λεπτά ημερησίως.
- Ισορροπημένη διατροφή, βασισμένη στο μεσογειακό πρότυπο και υψηλή σε φυτικές ίνες.
- Μειωμένη πρόσληψη πρόσθετων σακχάρων, καθώς και κορεσμένων και υδρογονωμένων λιπαρών.
- Απώλεια σωματικού βάρους σε υπέρβαρο ή παχύσαρκο δείκτη μάζας σώματος. Φαίνεται πως μείωση μόλις 7% του σωματικού βάρους σε παχύσαρκους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη προκαλεί αισθητή βελτίωση των διαγνωστικών δεικτών.
Ο συστηματικός προληπτικός έλεγχος σε συνδυασμό με επιλογές ενός υγιούς τρόπου ζωής μπορούν να καθορίσουν την πρόληψη της αντίστασης στην ινσουλίνη, τη διατήρηση των επιπέδων σακχάρου στο επιθυμητό εύρος και την ενίσχυση της συνολικής υγείας.

