Το παράδοξο της βιταμίνης D
Γράφει η διατροφολόγος Εβίτα Στόκα
Το παράδοξο της βιταμίνης D : γιατί εκλείπει σε μια χώρα γεμάτη ήλιο;
Η βιταμίνη D είναι ευρέως γνωστή ως η «βιταμίνη του ήλιου» διότι παράγεται στο δέρμα σε απόκριση στο ηλιακό φως. Η συγκεκριμένη, λιποδιαλυτή βιταμίνη διαφέρει αρκετά από τις υπόλοιπες, καθώς είναι μια στεροειδής ορμόνη που παράγεται από χοληστερόλη και περιλαμβάνει μια οικογένεια βιταμινών, τις D-1, D-2 και D-3.
Η εν λόγω βιταμίνη εμπλέκεται σε πολλές ζωτικές λειτουργίες του οργανισμού, όπως η ρύθμιση της απορρόφησης ασβεστίου και φωσφόρου στα οστά και η διευκόλυνση της φυσιολογικής λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Κατ’ επέκταση, η λήψη επαρκούς ποσότητάς της είναι σημαντική για τη φυσιολογική ανάπτυξη των οστών και των δοντιών, τη διαφύλαξη της οστικής πυκνότητας και για τη βελτίωση της άμυνας σε ορισμένες ασθένειες.
Ωστόσο, η έκθεση στον ήλιο δεν αρκεί για την εξασφάλιση επάρκειας vit D, αφού απαραίτητη κρίνεται η κατανάλωσή διαιτητικών πηγών της, το φάσμα των οποίων βέβαια είναι περιορισμένο σε λίγα τρόφιμα. Η vit D απαντάται σε δύο κύριες διατροφικές μορφές:
- Βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη). Βρίσκεται σε ορισμένες ζωικές τροφές, όπως λιπαρά ψάρια και κρόκους αυγών.
- Βιταμίνη D2 (εργοκαλσιφερόλη). Βρίσκεται σε ορισμένα φυτά, μανιτάρια και ζυμομύκητες.
Από τις δύο μορφές, η D3 φαίνεται πως έχει σχεδόν διπλάσια αποτελεσματικότητα στην αύξηση των επιπέδων της βιταμίνης D στο αίμα συγκριτικά με την D2. Ακόμη, η αύξηση της υποβιταμίνωσης D στο παγκόσμιο προσκήνιο επέφερε και μία αύξηση στα διαθέσιμα εμπλουτισμένα με D3 τρόφιμα, τα οποία συνήθως περιλαμβάνουν το γάλα και ορισμένα δημητριακά πρωινού. Συχνά επίσης, ειδικά σε άτομα υψηλού κινδύνου, μπορεί να κριθεί ωφέλιμη και η λήψη της σε μορφή συμπληρώματος, πάντα υπό την επίβλεψη του υπεύθυνου ιατρού και διατροφολόγου.
Βιταμίνη D και ήλιος
Η ηλιακή ακτινοβολία (ultraviolet B) σχετίζεται άμεσα με την ομοιόσταση της βιταμίνης D, όμως για να είναι αποτελεσματική η δράση της απαιτείται έκθεση χωρίς αντιηλιακό για τουλάχιστον 20-30 λεπτά καθημερινά. Προσοχή, βέβαια, ώστε αυτό να μη γίνεται εις βάρος της υγείας του δέρματος.
Το παράδοξο της βιταμίνης D
Τα τελευταία έτη υφίσταται η παρατήρηση πως αν και η Αθήνα αποτελεί μία από τις πιο ηλιόλουστες πρωτεύουσες της Ευρώπης, παρουσιάζει αυξημένο επιπολασμό ανεπάρκειας της vit D. Σε μία έρευνα μάλιστα, μελετήθηκαν 271 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες στο νομό Αττικής, όπου ο μέσος όρος βιταμίνης D ήταν απροσδόκητα χαμηλός (16,53 ng/mL), ενώ το ποσοστό υποβιταμίνωσης υπολογίσθηκε μεγαλύτερο του 39,5%. Αξίζει να αναφερθεί πως οι γυναίκες στη Μεσόγειο, ιδιαίτερα μετεμμηνοπαυσιακά, αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση ανεπάρκειας βιταμίνης D και οστεοπόρωσης.
Επιπροσθέτως, σε πληθυσμιακό επίπεδο μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα πως τα άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα είναι πιο επιρρεπή σε έλλειψη vit D, λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης μελανίνης στο δέρμα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρόλο που το 41,6% του συνολικού πληθυσμού είναι ανεπαρκές, τα ποσοστά αυξάνονται στο 82,1% όταν αναφερόμαστε μόνο στα άτομα με μαύρη επιδερμίδα και στο 69,2% των Ισπανόφωνων ατόμων.
Το γεγονός αυτό θα μπορούσε πιθανότατα να εξηγήσει τα αυξημένα ποσοστά και της Ελλάδας, απαιτείται όμως περαιτέρω μελλοντική έρευνα. Φυσικά, πέραν του χρώματος της επιδερμίδας, θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι διατροφικές συνήθειες του εκάστοτε πληθυσμού, καθώς η μειωμένη διαιτητική πρόσληψη μπορεί επίσης να αποτελεί εκλυτικό παράγοντα.
Τέλος, άλλες ομάδες κινδύνου για υποβιταμίνωση περιλαμβάνουν τους υπερήλικες και τα άτομα που έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή.
Όπως γίνεται κατανοητό, η ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι ένα φαινόμενο που πλέον μαστίζει πολλά άτομα παγκοσμίως και, παραδόξως, αυξάνει διαρκώς στην ηλιόλουστη χώρα μας. Η ανεπαρκής λήψη της vit D στη διατροφή σε συνδυασμό με το πιο σκούρο χρώμα επιδερμίδας που σε μεγάλο βαθμό μας χαρακτηρίζει ως λαό είναι τα πιθανότερα αίτια στα οποία αποδίδονται τα υψηλά νούμερα μέχρι στιγμής. Σε κάθε περίπτωση, η εξασφάλιση της επάρκειας της στη διατροφή, η καθημερινή έκθεση για τουλάχιστον 20 λεπτά στο ηλιακό φως και ο τακτικός βιοχημικός έλεγχος είναι συνήθως αποτελεσματικά μέτρα στην πρόληψη μίας ανεπάρκειας και των δυσμενών επιπτώσεων που ενδέχεται να επιφέρει.
2 Comments
Pingback:
Pingback: